-
1 στήμων
στήμων, [dialect] Dor. [full] στάμων [pron. full] [ᾱ] AP6.160.6 (Antip. Sid.), ονος, ὁ: ( ἵστημι, cf. στῆσαι τὸν ς. Poll.7.32):—theA warp in the upright loom, ;ἄττεσθαι Hermipp.2
; ἀκλώστους ς. Pl.Com.221; κρόκη καὶ ς. PLille 6.12 (iii B.C.); ξύλων.. στήμονα ἐχόντων τοὺς κάλους laths with the cords as their warp (so as to form mats), Apollod.Poliorc.169.7; cf. Pl.Plt. 281a, 282d, Cra. 388b, Orph.Fr.33.2 pl., in woodwork, dub. sens., of parts of a ceiling, Inscr.Délos 504 A 6,9,10 (iii B.C.).II thread,σ. ἔνης α Batr.183
, cf. Ar.Lys. 519, Men.892;προσεμβαλόντες σ. καινόν PCair.Zen.423.10
(iii B.C.), cf. 484.14 (dub. sens.);στήμονος ἡμιμναῖον PEnteux.31.4
(iii B.C.);φαντασίαι.. οἷον τριχῶν ἢ κρόκης ἢ στήμονος Gal.18(2).73
;οἱ σ. οἱ ἑψόμενοι Thphr.Ign.43
; σ. ἐξεσμένος, nickname of a very thin person, ' threadpaper', Ar.Fr. 728; strand in torsion engine, Ph.Bel.58.19: metaph., ἐκ σαπροῦ κρεμάμενοι ς. Plu.Phoc.30. -
2 ξέω
Aἔξεον Od.23.199
: [tense] fut.ξέσω Paul.Aeg.3.22.12
: [tense] aor.ἔξεσα Sophr.110
; [dialect] Ep.ξέσσα Od.5.245
,ξέσα Simon.185
A: [tense] pf.ἔξεκα Choerob. in Theod.2.80
:—[voice] Pass., Hsch.s.v. σπαρασσόμεθα: [tense] aor. inf.ξεσθῆναι Gp.10.65.6
, ([etym.] κατ-) Plu.2.953b: [tense] pf. , ([etym.] ἀπ-) Hp.Nat.Mul. 109: [tense] plpf.ἔξεστο Hld.5.14
:—shave or plane timber, ,cf.17.341,21.44;οἱ ξέοντες Pl.Thg. 124b
.2 carve wood, shape by carving,λέχος ἔξεον, ὄφρ' ἐτέλεσσα Od.23.199
; τίς νιν ξέσε; Σκόπας Simon.l.c.:—[voice] Pass., Hld.l.c.3 whittle, pare, in grafting, Gp.4.12.14.II scrape smooth, polish,τοὺς ὄνυχας Philostr.VS2.5.2
; τὸ βλέφαρον ξέσομεν διὰ κισήρεως Paul.Aeg.l.c. ;τὸ ὀστοῦν Id.6.2
; στήμων ἐξεσμένος smoothed thread, Ar.l.c.2 roughen by scraping,προτετραχυμμένης < καὶ οἷον> ἐξεσμένης τῆς ὑστέρας Sor.1.36
; irritate,ἔντερα Aret. SD2.9
.3 = ξαίνω, flog,τοὺς ἐν δικαστηρίῳ ξεσθέντας καὶ ξύλοις τυφθέντας Orib.Fr.90
; .
См. также в других словарях:
στήμονας — Όργανο που στο άνθος των Αγγειοσπέρμων παίρνει μέρος στο σχηματισμό του «ανδρείου» ή «ανδρωνίτη», δηλαδή του άρρενος γεννητικού συστήματος. Κάθε σ. αποτελείται από δύο μέρη που διακρίνονται καθαρά: το νήμα και τον ανθήρα, ο οποίος φέρεται στην… … Dictionary of Greek